μορφωτικός

Hello, you have come here looking for the meaning of the word μορφωτικός. In DICTIOUS you will not only get to know all the dictionary meanings for the word μορφωτικός, but we will also tell you about its etymology, its characteristics and you will know how to say μορφωτικός in singular and plural. Everything you need to know about the word μορφωτικός you have here. The definition of the word μορφωτικός will help you to be more precise and correct when speaking or writing your texts. Knowing the definition ofμορφωτικός, as well as those of other words, enriches your vocabulary and provides you with more and better linguistic resources.

Greek

Adjective

μορφωτικός (morfotikósm (feminine μορφωτική, neuter μορφωτικό)

  1. educational, of education
    μορφωτικά βιβλία ("educational books")
  2. cultural
    μορφωτικός σύμβουλος ("cultural attaché")

Declension

Declension of μορφωτικός
singular plural
masculine feminine neuter masculine feminine neuter
nominative μορφωτικός (morfotikós) μορφωτική (morfotikí) μορφωτικό (morfotikó) μορφωτικοί (morfotikoí) μορφωτικές (morfotikés) μορφωτικά (morfotiká)
genitive μορφωτικού (morfotikoú) μορφωτικής (morfotikís) μορφωτικού (morfotikoú) μορφωτικών (morfotikón) μορφωτικών (morfotikón) μορφωτικών (morfotikón)
accusative μορφωτικό (morfotikó) μορφωτική (morfotikí) μορφωτικό (morfotikó) μορφωτικούς (morfotikoús) μορφωτικές (morfotikés) μορφωτικά (morfotiká)
vocative μορφωτικέ (morfotiké) μορφωτική (morfotikí) μορφωτικό (morfotikó) μορφωτικοί (morfotikoí) μορφωτικές (morfotikés) μορφωτικά (morfotiká)

Synonyms

See also