μυστηριώδης

Hello, you have come here looking for the meaning of the word μυστηριώδης. In DICTIOUS you will not only get to know all the dictionary meanings for the word μυστηριώδης, but we will also tell you about its etymology, its characteristics and you will know how to say μυστηριώδης in singular and plural. Everything you need to know about the word μυστηριώδης you have here. The definition of the word μυστηριώδης will help you to be more precise and correct when speaking or writing your texts. Knowing the definition ofμυστηριώδης, as well as those of other words, enriches your vocabulary and provides you with more and better linguistic resources.

Greek

Pronunciation

Adjective

μυστηριώδης (mystiriódism (feminine μυστηριώδης, neuter μυστηριώδες)

  1. mysterious

Declension

Declension of μυστηριώδης
singular plural
masculine feminine neuter masculine feminine neuter
nominative μυστηριώδης (mystiriódis) μυστηριώδης (mystiriódis) μυστηριώδες (mystiriódes) μυστηριώδεις (mystiriódeis) μυστηριώδεις (mystiriódeis) μυστηριώδη (mystiriódi)
genitive μυστηριώδους (mystiriódous)
μυστηριώδη (mystiriódi)
μυστηριώδους (mystiriódous) μυστηριώδους (mystiriódous) μυστηριωδών (mystiriodón) μυστηριωδών (mystiriodón) μυστηριωδών (mystiriodón)
accusative μυστηριώδη (mystiriódi) μυστηριώδη (mystiriódi) μυστηριώδες (mystiriódes) μυστηριώδεις (mystiriódeis) μυστηριώδεις (mystiriódeis) μυστηριώδη (mystiriódi)
vocative μυστηριώδη (mystiriódi)
μυστηριώδης (mystiriódis)
μυστηριώδης (mystiriódis) μυστηριώδες (mystiriódes) μυστηριώδεις (mystiriódeis) μυστηριώδεις (mystiriódeis) μυστηριώδη (mystiriódi)

Derivations:
Comparative: πιο + positive forms (e.g. πιο μυστηριώδης, etc.)
Relative superlative: definite article + πιο + positive forms (e.g. ο πιο μυστηριώδης, etc.)