αναδρομικός

Hello, you have come here looking for the meaning of the word αναδρομικός. In DICTIOUS you will not only get to know all the dictionary meanings for the word αναδρομικός, but we will also tell you about its etymology, its characteristics and you will know how to say αναδρομικός in singular and plural. Everything you need to know about the word αναδρομικός you have here. The definition of the word αναδρομικός will help you to be more precise and correct when speaking or writing your texts. Knowing the definition ofαναδρομικός, as well as those of other words, enriches your vocabulary and provides you with more and better linguistic resources.

Greek

Adjective

αναδρομικός (anadromikósm (feminine αναδρομική, neuter αναδρομικό)

  1. back, backwards
  2. retrospective, retroactive

Declension

Declension of αναδρομικός
singular plural
masculine feminine neuter masculine feminine neuter
nominative αναδρομικός (anadromikós) αναδρομική (anadromikí) αναδρομικό (anadromikó) αναδρομικοί (anadromikoí) αναδρομικές (anadromikés) αναδρομικά (anadromiká)
genitive αναδρομικού (anadromikoú) αναδρομικής (anadromikís) αναδρομικού (anadromikoú) αναδρομικών (anadromikón) αναδρομικών (anadromikón) αναδρομικών (anadromikón)
accusative αναδρομικό (anadromikó) αναδρομική (anadromikí) αναδρομικό (anadromikó) αναδρομικούς (anadromikoús) αναδρομικές (anadromikés) αναδρομικά (anadromiká)
vocative αναδρομικέ (anadromiké) αναδρομική (anadromikí) αναδρομικό (anadromikó) αναδρομικοί (anadromikoí) αναδρομικές (anadromikés) αναδρομικά (anadromiká)