εσωτερικός

Hello, you have come here looking for the meaning of the word εσωτερικός. In DICTIOUS you will not only get to know all the dictionary meanings for the word εσωτερικός, but we will also tell you about its etymology, its characteristics and you will know how to say εσωτερικός in singular and plural. Everything you need to know about the word εσωτερικός you have here. The definition of the word εσωτερικός will help you to be more precise and correct when speaking or writing your texts. Knowing the definition ofεσωτερικός, as well as those of other words, enriches your vocabulary and provides you with more and better linguistic resources.

Greek

Etymology

Learned borrowing from Ancient Greek ἐσωτερικός (esōterikós).

Adjective

εσωτερικός (esoterikósm (feminine εσωτερική, neuter εσωτερικό)

  1. internal, inside, inner
  2. inland
  3. domestic (not foreign)

Declension

Declension of εσωτερικός
singular plural
masculine feminine neuter masculine feminine neuter
nominative εσωτερικός (esoterikós) εσωτερική (esoterikí) εσωτερικό (esoterikó) εσωτερικοί (esoterikoí) εσωτερικές (esoterikés) εσωτερικά (esoteriká)
genitive εσωτερικού (esoterikoú) εσωτερικής (esoterikís) εσωτερικού (esoterikoú) εσωτερικών (esoterikón) εσωτερικών (esoterikón) εσωτερικών (esoterikón)
accusative εσωτερικό (esoterikó) εσωτερική (esoterikí) εσωτερικό (esoterikó) εσωτερικούς (esoterikoús) εσωτερικές (esoterikés) εσωτερικά (esoteriká)
vocative εσωτερικέ (esoteriké) εσωτερική (esoterikí) εσωτερικό (esoterikó) εσωτερικοί (esoterikoí) εσωτερικές (esoterikés) εσωτερικά (esoteriká)

Derivations:
Comparative: πιο + positive forms (e.g. πιο εσωτερικός, etc.)
Relative superlative: definite article + πιο + positive forms (e.g. ο πιο εσωτερικός, etc.)

Antonyms

Derived terms