ηλεκτρομαγνητικός

Hello, you have come here looking for the meaning of the word ηλεκτρομαγνητικός. In DICTIOUS you will not only get to know all the dictionary meanings for the word ηλεκτρομαγνητικός, but we will also tell you about its etymology, its characteristics and you will know how to say ηλεκτρομαγνητικός in singular and plural. Everything you need to know about the word ηλεκτρομαγνητικός you have here. The definition of the word ηλεκτρομαγνητικός will help you to be more precise and correct when speaking or writing your texts. Knowing the definition ofηλεκτρομαγνητικός, as well as those of other words, enriches your vocabulary and provides you with more and better linguistic resources.

Greek

Adjective

ηλεκτρομαγνητικός (ilektromagnitikósm (feminine ηλεκτρομαγνητική, neuter ηλεκτρομαγνητικό)

  1. electromagnetic

Declension

Declension of ηλεκτρομαγνητικός
singular plural
masculine feminine neuter masculine feminine neuter
nominative ηλεκτρομαγνητικός (ilektromagnitikós) ηλεκτρομαγνητική (ilektromagnitikí) ηλεκτρομαγνητικό (ilektromagnitikó) ηλεκτρομαγνητικοί (ilektromagnitikoí) ηλεκτρομαγνητικές (ilektromagnitikés) ηλεκτρομαγνητικά (ilektromagnitiká)
genitive ηλεκτρομαγνητικού (ilektromagnitikoú) ηλεκτρομαγνητικής (ilektromagnitikís) ηλεκτρομαγνητικού (ilektromagnitikoú) ηλεκτρομαγνητικών (ilektromagnitikón) ηλεκτρομαγνητικών (ilektromagnitikón) ηλεκτρομαγνητικών (ilektromagnitikón)
accusative ηλεκτρομαγνητικό (ilektromagnitikó) ηλεκτρομαγνητική (ilektromagnitikí) ηλεκτρομαγνητικό (ilektromagnitikó) ηλεκτρομαγνητικούς (ilektromagnitikoús) ηλεκτρομαγνητικές (ilektromagnitikés) ηλεκτρομαγνητικά (ilektromagnitiká)
vocative ηλεκτρομαγνητικέ (ilektromagnitiké) ηλεκτρομαγνητική (ilektromagnitikí) ηλεκτρομαγνητικό (ilektromagnitikó) ηλεκτρομαγνητικοί (ilektromagnitikoí) ηλεκτρομαγνητικές (ilektromagnitikés) ηλεκτρομαγνητικά (ilektromagnitiká)

Derivations:
Comparative: πιο + positive forms (e.g. πιο ηλεκτρομαγνητικός, etc.)
Relative superlative: definite article + πιο + positive forms (e.g. ο πιο ηλεκτρομαγνητικός, etc.)