ξενοδοχειακός

Hello, you have come here looking for the meaning of the word ξενοδοχειακός. In DICTIOUS you will not only get to know all the dictionary meanings for the word ξενοδοχειακός, but we will also tell you about its etymology, its characteristics and you will know how to say ξενοδοχειακός in singular and plural. Everything you need to know about the word ξενοδοχειακός you have here. The definition of the word ξενοδοχειακός will help you to be more precise and correct when speaking or writing your texts. Knowing the definition ofξενοδοχειακός, as well as those of other words, enriches your vocabulary and provides you with more and better linguistic resources.

Greek

Etymology

From Byzantine Greek ξενοδοχεῖον (xenodokheîon). First attested 1889.

Pronunciation

  • IPA(key): /ksenoðoçiaˈkos/
  • Hyphenation: ξε‧νο‧δο‧χει‧α‧κός

Adjective

ξενοδοχειακός (xenodocheiakósm (feminine ξενοδοχειακή, neuter ξενοδοχειακό)

  1. hotel-, hotel
    ξενοδοχειακές εγκαταστάσειςxenodocheiakés egkatastáseishotel facilities
    ξενοδοχειακός εξοπλισμόςxenodocheiakós exoplismóshotel equipment
    ξενοδοχειακή αλυσίδαxenodocheiakí alysídahotel chain
    ξενοδοχειακή μονάδαxenodocheiakí monádahotel unit
    ξενοδοχειακές επιχειρήσειςxenodocheiakés epicheiríseishotel businesses

Declension

Declension of ξενοδοχειακός
singular plural
masculine feminine neuter masculine feminine neuter
nominative ξενοδοχειακός (xenodocheiakós) ξενοδοχειακή (xenodocheiakí) ξενοδοχειακό (xenodocheiakó) ξενοδοχειακοί (xenodocheiakoí) ξενοδοχειακές (xenodocheiakés) ξενοδοχειακά (xenodocheiaká)
genitive ξενοδοχειακού (xenodocheiakoú) ξενοδοχειακής (xenodocheiakís) ξενοδοχειακού (xenodocheiakoú) ξενοδοχειακών (xenodocheiakón) ξενοδοχειακών (xenodocheiakón) ξενοδοχειακών (xenodocheiakón)
accusative ξενοδοχειακό (xenodocheiakó) ξενοδοχειακή (xenodocheiakí) ξενοδοχειακό (xenodocheiakó) ξενοδοχειακούς (xenodocheiakoús) ξενοδοχειακές (xenodocheiakés) ξενοδοχειακά (xenodocheiaká)
vocative ξενοδοχειακέ (xenodocheiaké) ξενοδοχειακή (xenodocheiakí) ξενοδοχειακό (xenodocheiakó) ξενοδοχειακοί (xenodocheiakoí) ξενοδοχειακές (xenodocheiakés) ξενοδοχειακά (xenodocheiaká)

Derivations:
Comparative: πιο + positive forms (e.g. πιο ξενοδοχειακός, etc.)
Relative superlative: definite article + πιο + positive forms (e.g. ο πιο ξενοδοχειακός, etc.)