uvádějící slovesa v konjunktivu a suplující tak infinitiv Δε θέλω να το μάθω, προτιμώ να μην το μάθω. – Nechci se to dozvědět, radši bych se to nedozvěděl(a)...
IPA: [ta sɪ.ɣa.ˈna pɔ.ta.ˈma.ca ˈna. fɔ.ˈva.sɛ] τα σιγανά ποταμάκια να φοβάσαι, doslova "z pomalých potůčků/říček měj strach" tichá voda břehy mele Δεν...
IPA: [ˈi.pa ˈo.ti ˈi.xa na po] είπα ό,τι είχα να πω (v právu, přeneseně) nemám, co bych dodal(a); tím je to pro mě uzavřeno; trvám na svém; takhle to vidím...
tɪm.ˈbi.na] η αλεπού, περιμένοντας να πέσουν τ'αρχίδια του τράγου, έπεσε και ψόφησε (neutrálně) καρτερώντας η αλεπού να πέσουν τα γλυκάδια του κριαριού,...
tɪs] η αλεπού, περιμένοντας να πέσουν απ' την κούρνια οι κότες, ψόφησε απ' την πείνα η αλεπού, περιμένοντας τις κότες να πέσουν απ' την κούρνια, ψόφησε...
významu. tranzitivní chtít Θα ήθελα να έρθεις επιτέλους. – Chtěla bych, abys už konečně přišel. Καλημέρα. Τί θέλετε να σας φέρω; – Dobrý den. Co chcete přinést...
(vulgárně) η αλεπού, περιμένοντας να πέσουν του κριαριού τ'αρχίδια, ψόφησε απ' την πείνα, η αλεπού, περιμένοντας να πέσουν τ'αρχίδια του τράγου, έπεσε...
- že řeknu, ať řeknu; abych řekl(a) Τί να σας πω; Πως να τα πω; – Co vám na to říct? Jak to vyjádřit? Ήθελα να πω ότι κάνετε λάθος. – Chtěl(a) jsem říci...
IPA: [ma.ˈka.ri] (μακάρι +να+sloveso v imperfektu či plusquamperfektu) kéž by, kéž Μακάρι να σε γνώριζα νωρίτερα. – Kéž bych tě byl znal dřív! μακάριος...
IPA: [anaˈna.ðon] α-να-νά-δων rod mužský genitiv množného čísla substantiva ανανάς ― ananasů...