αντιμοναρχικός

Hello, you have come here looking for the meaning of the word αντιμοναρχικός. In DICTIOUS you will not only get to know all the dictionary meanings for the word αντιμοναρχικός, but we will also tell you about its etymology, its characteristics and you will know how to say αντιμοναρχικός in singular and plural. Everything you need to know about the word αντιμοναρχικός you have here. The definition of the word αντιμοναρχικός will help you to be more precise and correct when speaking or writing your texts. Knowing the definition ofαντιμοναρχικός, as well as those of other words, enriches your vocabulary and provides you with more and better linguistic resources.

Greek

Adjective

αντιμοναρχικός (antimonarchikósm (feminine αντιμοναρχική, neuter αντιμοναρχικό)

  1. (politics) antimonarchist

Declension

Declension of αντιμοναρχικός
singular plural
masculine feminine neuter masculine feminine neuter
nominative αντιμοναρχικός (antimonarchikós) αντιμοναρχική (antimonarchikí) αντιμοναρχικό (antimonarchikó) αντιμοναρχικοί (antimonarchikoí) αντιμοναρχικές (antimonarchikés) αντιμοναρχικά (antimonarchiká)
genitive αντιμοναρχικού (antimonarchikoú) αντιμοναρχικής (antimonarchikís) αντιμοναρχικού (antimonarchikoú) αντιμοναρχικών (antimonarchikón) αντιμοναρχικών (antimonarchikón) αντιμοναρχικών (antimonarchikón)
accusative αντιμοναρχικό (antimonarchikó) αντιμοναρχική (antimonarchikí) αντιμοναρχικό (antimonarchikó) αντιμοναρχικούς (antimonarchikoús) αντιμοναρχικές (antimonarchikés) αντιμοναρχικά (antimonarchiká)
vocative αντιμοναρχικέ (antimonarchiké) αντιμοναρχική (antimonarchikí) αντιμοναρχικό (antimonarchikó) αντιμοναρχικοί (antimonarchikoí) αντιμοναρχικές (antimonarchikés) αντιμοναρχικά (antimonarchiká)

Derivations:
Comparative: πιο + positive forms (e.g. πιο αντιμοναρχικός, etc.)
Relative superlative: definite article + πιο + positive forms (e.g. ο πιο αντιμοναρχικός, etc.)

Noun

αντιμοναρχικός (antimonarchikósm (plural αντιμοναρχικοί, feminine αντιμοναρχική)

  1. (politics) antimonarchist

Declension

Declension of αντιμοναρχικός
singular plural
nominative αντιμοναρχικός (antimonarchikós) αντιμοναρχικοί (antimonarchikoí)
genitive αντιμοναρχικού (antimonarchikoú) αντιμοναρχικών (antimonarchikón)
accusative αντιμοναρχικό (antimonarchikó) αντιμοναρχικούς (antimonarchikoús)
vocative αντιμοναρχικέ (antimonarchiké) αντιμοναρχικοί (antimonarchikoí)