καταρρακτώδης

Hello, you have come here looking for the meaning of the word καταρρακτώδης. In DICTIOUS you will not only get to know all the dictionary meanings for the word καταρρακτώδης, but we will also tell you about its etymology, its characteristics and you will know how to say καταρρακτώδης in singular and plural. Everything you need to know about the word καταρρακτώδης you have here. The definition of the word καταρρακτώδης will help you to be more precise and correct when speaking or writing your texts. Knowing the definition ofκαταρρακτώδης, as well as those of other words, enriches your vocabulary and provides you with more and better linguistic resources.

Greek

Adjective

καταρρακτώδης (katarraktódism (feminine καταρρακτώδης, neuter καταρρακτώδες)

  1. torrential

Declension

Declension of καταρρακτώδης
singular plural
masculine feminine neuter masculine feminine neuter
nominative καταρρακτώδης (katarraktódis) καταρρακτώδης (katarraktódis) καταρρακτώδες (katarraktódes) καταρρακτώδεις (katarraktódeis) καταρρακτώδεις (katarraktódeis) καταρρακτώδη (katarraktódi)
genitive καταρρακτώδους (katarraktódous)
καταρρακτώδη (katarraktódi)
καταρρακτώδους (katarraktódous) καταρρακτώδους (katarraktódous) καταρρακτωδών (katarraktodón) καταρρακτωδών (katarraktodón) καταρρακτωδών (katarraktodón)
accusative καταρρακτώδη (katarraktódi) καταρρακτώδη (katarraktódi) καταρρακτώδες (katarraktódes) καταρρακτώδεις (katarraktódeis) καταρρακτώδεις (katarraktódeis) καταρρακτώδη (katarraktódi)
vocative καταρρακτώδη (katarraktódi)
καταρρακτώδης (katarraktódis)
καταρρακτώδης (katarraktódis) καταρρακτώδες (katarraktódes) καταρρακτώδεις (katarraktódeis) καταρρακτώδεις (katarraktódeis) καταρρακτώδη (katarraktódi)

Derivations:
Comparative: πιο + positive forms (e.g. πιο καταρρακτώδης, etc.)
Relative superlative: definite article + πιο + positive forms (e.g. ο πιο καταρρακτώδης, etc.)