{{el-conjug-table}}
which formats the table{{el-conjug-2nd-A1B |present=ζητ |a-simplepast=ζήτ |infix=ησ |no-p-perf2=1 <!-- suppress ppp --> |imperfect-formal=εζητ |cat=ζητάω-ζητώ }}
gives:
Active voice ➤ | Passive voice ➤ | |||
Indicative mood ➤ | Imperfective aspect ➤ | Perfective aspect ➤ | Imperfective aspect | Perfective aspect |
Non-past tenses ➤ | Present ➤ | Dependent ➤ | Present | Dependent |
1 sg | ζητάω - ζητώ1 | ζητήσω | ζητιέμαι - ζητούμαι1 | ζητηθώ |
2 sg | ζητάς - ζητείς | ζητήσεις | ζητιέσαι - ζητείσαι | ζητηθείς |
3 sg | ζητάει, ζητά - ζητεί | ζητήσει | ζητιέται - ζητείται | ζητηθεί |
1 pl | ζητάμε - ζητούμε | ζητήσουμε, [-ομε] | ζητιόμαστε - ζητούμαστε | ζητηθούμε |
2 pl | ζητάτε - ζητείτε | ζητήσετε | ζητιέστε, (‑ιόσαστε) - ζητείστε, {ζητείσθε} | ζητηθείτε |
3 pl | ζητάνε, ζητάν, ζητούν(ε) | ζητήσουν(ε) | ζητιούνται, (‑ιόνται) - ζητούνται | ζητηθούν(ε) |
Past tenses ➤ | Imperfect ➤ | Simple past ➤ | Imperfect | Simple past |
1 sg | ζητούσα, ζήταγα | ζήτησα | ζητιόμουν(α) - [ζητούμουν]1 2 | ζητήθηκα |
2 sg | ζητούσες, ζήταγες | ζήτησες | ζητιόσουν(α) - [ζητούσουν]2 | ζητήθηκες |
3 sg | ζητούσε, ζήταγε | ζήτησε | ζητιόταν(ε) - ζητούνταν, {ζητείτο}, [{εζητείτο}] | ζητήθηκε |
1 pl | ζητούσαμε, ζητάγαμε | ζητήσαμε | ζητιόμασταν, (‑ιόμαστε) - ζητούμασταν, (‑ούμαστε) | ζητηθήκαμε |
2 pl | ζητούσατε, ζητάγατε | ζητήσατε | ζητιόσασταν, (‑ιόσαστε) - [ζητούσασταν, (‑ούσαστε)]2 | ζητηθήκατε |
3 pl | ζητούσαν(ε), ζήταγαν, ζητάγανε | ζήτησαν, ζητήσαν(ε) | ζητιόνταν(ε), ζητιόντουσαν, ζητιούνταν - ζητούνταν, {ζητούντο}, [{εζητούντο}] | ζητήθηκαν, ζητηθήκαν(ε) |
Future tenses ➤ | Continuous ➤ | Simple ➤ | Continuous | Simple |
1 sg | θα ζητάω, θα ζητώ ➤ | θα ζητήσω ➤ | θα ζητιέμαι - ζητούμαι ➤ | θα ζητηθώ ➤ |
2,3 sg, 1,2,3 pl | θα ζητάς - ζητείς, … | θα ζητήσεις, … | θα ζητιέσαι - ζητείσαι, … | θα ζητηθείς, … |
Perfect aspect ➤ | Perfect aspect | |||
Present perfect ➤ | έχω, έχεις, … ζητήσει έχω, έχεις, … ζητημένο, ‑η, ‑ο ➤ |
έχω, έχεις, … ζητηθεί | ||
Past perfect ➤ | είχα, είχες, … ζητήσει είχα, είχες, … ζητημένο, ‑η, ‑ο |
είχα, είχες, … ζητηθεί | ||
Future perfect ➤ | θα έχω, θα έχεις, … ζητήσει θα έχω, θα έχεις, … ζητημένο, ‑η, ‑ο |
θα έχω, θα έχεις, … ζητηθεί | ||
Subjunctive mood ➤ | Formed using present, dependent (for simple past) or present perfect from above with a particle (να, ας). | |||
Imperative mood ➤ | Imperfective aspect | Perfective aspect | Imperfective aspect | Perfective aspect |
2 sg | ζήτα, ζήταγε | ζήτησε, ζήτα | — | ζητήσου |
2 pl | ζητάτε - ζητείτε | ζητήστε | ζητιέστε - ζητείστε, {ζητείσθε} | ζητηθείτε |
Other forms | Active voice | Passive voice | ||
Present participle➤ | ζητώντας ➤ | ζητούμενος, ‑η, ‑ο ➤ | ||
Perfect participle➤ | έχοντας ζητήσει ➤ | ζητημένος, ‑η, ‑ο ➤ | ||
Nonfinite form➤ | ζητήσει | ζητηθεί | ||
Notes Appendix:Greek verbs |
1. This verb conjugates as 2nd Conjugation Class A (with -α, -ιέμαι endings), but also the more formal Class B (with -είς, -ούμαι endings). 2. The forms -ούμουν(α), -ούσουν(α), -ούσασταν are unusual. • (…) optional or informal. rare. {…} learned, archaic. • Multiple forms are shown in order of reducing frequency. • Periphrastic imperative forms may be produced using the subjunctive. | |||