μεταφραστικός

Hello, you have come here looking for the meaning of the word μεταφραστικός. In DICTIOUS you will not only get to know all the dictionary meanings for the word μεταφραστικός, but we will also tell you about its etymology, its characteristics and you will know how to say μεταφραστικός in singular and plural. Everything you need to know about the word μεταφραστικός you have here. The definition of the word μεταφραστικός will help you to be more precise and correct when speaking or writing your texts. Knowing the definition ofμεταφραστικός, as well as those of other words, enriches your vocabulary and provides you with more and better linguistic resources.

Greek

Adjective

μεταφραστικός (metafrastikósm (feminine μεταφραστική, neuter μεταφραστικό)

  1. translation

Declension

Declension of μεταφραστικός
singular plural
masculine feminine neuter masculine feminine neuter
nominative μεταφραστικός (metafrastikós) μεταφραστική (metafrastikí) μεταφραστικό (metafrastikó) μεταφραστικοί (metafrastikoí) μεταφραστικές (metafrastikés) μεταφραστικά (metafrastiká)
genitive μεταφραστικού (metafrastikoú) μεταφραστικής (metafrastikís) μεταφραστικού (metafrastikoú) μεταφραστικών (metafrastikón) μεταφραστικών (metafrastikón) μεταφραστικών (metafrastikón)
accusative μεταφραστικό (metafrastikó) μεταφραστική (metafrastikí) μεταφραστικό (metafrastikó) μεταφραστικούς (metafrastikoús) μεταφραστικές (metafrastikés) μεταφραστικά (metafrastiká)
vocative μεταφραστικέ (metafrastiké) μεταφραστική (metafrastikí) μεταφραστικό (metafrastikó) μεταφραστικοί (metafrastikoí) μεταφραστικές (metafrastikés) μεταφραστικά (metafrastiká)

Derived terms

  • μεταφραστικό δάνειο (metafrastikó dáneio)