αναπόφευκτος

Hello, you have come here looking for the meaning of the word αναπόφευκτος. In DICTIOUS you will not only get to know all the dictionary meanings for the word αναπόφευκτος, but we will also tell you about its etymology, its characteristics and you will know how to say αναπόφευκτος in singular and plural. Everything you need to know about the word αναπόφευκτος you have here. The definition of the word αναπόφευκτος will help you to be more precise and correct when speaking or writing your texts. Knowing the definition ofαναπόφευκτος, as well as those of other words, enriches your vocabulary and provides you with more and better linguistic resources.

Greek

Etymology

From αν- (an-, α- privative) +‎ αποφεύγω (apofévgo) +‎ -τος (-tos). See άφευκτος (áfefktos).

Pronunciation

  • IPA(key): /a.naˈpo.fef.ktos/
  • Hyphenation: α‧να‧πό‧φευ‧κτος

Adjective

αναπόφευκτος (anapófefktosm (feminine αναπόφευκτη, neuter αναπόφευκτο)

  1. unavoidable
    Synonyms: αναπόδραστος (anapódrastos), άφευκτος (áfefktos), μοιραίος (moiraíos)
  2. unpreventable
    Synonym: αναπότρεπτος (anapótreptos)

Declension

Declension of αναπόφευκτος
singular plural
masculine feminine neuter masculine feminine neuter
nominative αναπόφευκτος (anapófefktos) αναπόφευκτη (anapófefkti) αναπόφευκτο (anapófefkto) αναπόφευκτοι (anapófefktoi) αναπόφευκτες (anapófefktes) αναπόφευκτα (anapófefkta)
genitive αναπόφευκτου (anapófefktou) αναπόφευκτης (anapófefktis) αναπόφευκτου (anapófefktou) αναπόφευκτων (anapófefkton) αναπόφευκτων (anapófefkton) αναπόφευκτων (anapófefkton)
accusative αναπόφευκτο (anapófefkto) αναπόφευκτη (anapófefkti) αναπόφευκτο (anapófefkto) αναπόφευκτους (anapófefktous) αναπόφευκτες (anapófefktes) αναπόφευκτα (anapófefkta)
vocative αναπόφευκτε (anapófefkte) αναπόφευκτη (anapófefkti) αναπόφευκτο (anapófefkto) αναπόφευκτοι (anapófefktoi) αναπόφευκτες (anapófefktes) αναπόφευκτα (anapófefkta)

Derivations:
Comparative: πιο + positive forms (e.g. πιο αναπόφευκτος, etc.)
Relative superlative: definite article + πιο + positive forms (e.g. ο πιο αναπόφευκτος, etc.)

References