αξιοπρόσεκτος

Hello, you have come here looking for the meaning of the word αξιοπρόσεκτος. In DICTIOUS you will not only get to know all the dictionary meanings for the word αξιοπρόσεκτος, but we will also tell you about its etymology, its characteristics and you will know how to say αξιοπρόσεκτος in singular and plural. Everything you need to know about the word αξιοπρόσεκτος you have here. The definition of the word αξιοπρόσεκτος will help you to be more precise and correct when speaking or writing your texts. Knowing the definition ofαξιοπρόσεκτος, as well as those of other words, enriches your vocabulary and provides you with more and better linguistic resources.

Greek

Alternative forms

Adjective

αξιοπρόσεκτος (axioprósektosm (feminine αξιοπρόσεκτη, neuter αξιοπρόσεκτο)

  1. noticeable, remarkable
    Synonyms: αξιοπαρατήρητος (axioparatíritos), αξιοσημείωτος (axiosimeíotos)

Declension

Declension of αξιοπρόσεκτος
singular plural
masculine feminine neuter masculine feminine neuter
nominative αξιοπρόσεκτος (axioprósektos) αξιοπρόσεκτη (axioprósekti) αξιοπρόσεκτο (axioprósekto) αξιοπρόσεκτοι (axioprósektoi) αξιοπρόσεκτες (axioprósektes) αξιοπρόσεκτα (axioprósekta)
genitive αξιοπρόσεκτου (axioprósektou) αξιοπρόσεκτης (axioprósektis) αξιοπρόσεκτου (axioprósektou) αξιοπρόσεκτων (axioprósekton) αξιοπρόσεκτων (axioprósekton) αξιοπρόσεκτων (axioprósekton)
accusative αξιοπρόσεκτο (axioprósekto) αξιοπρόσεκτη (axioprósekti) αξιοπρόσεκτο (axioprósekto) αξιοπρόσεκτους (axioprósektous) αξιοπρόσεκτες (axioprósektes) αξιοπρόσεκτα (axioprósekta)
vocative αξιοπρόσεκτε (axioprósekte) αξιοπρόσεκτη (axioprósekti) αξιοπρόσεκτο (axioprósekto) αξιοπρόσεκτοι (axioprósektoi) αξιοπρόσεκτες (axioprósektes) αξιοπρόσεκτα (axioprósekta)

Derivations:
Comparative: πιο + positive forms (e.g. πιο αξιοπρόσεκτος, etc.)
Relative superlative: definite article + πιο + positive forms (e.g. ο πιο αξιοπρόσεκτος, etc.)