εγκεφάλου (egkefálou) εγκεφάλων (egkefálon) accusative εγκέφαλο (egkéfalo) εγκεφάλους (egkefálous) vocative εγκέφαλε (egkéfale) εγκέφαλοι (egkéfaloi)...
enképhalon ἐγκέφᾰλον enképhalon ἐγκεφᾰ́λω enkephálō ἐγκεφᾰ́λω enkephálō ἐγκεφᾰ́λους enkephálous ἐγκέφᾰλᾰ enképhala Vocative ἐγκέφᾰλε enképhale ἐγκέφᾰλον...