2 Results found for "μυρτιών".

μυρτιών

μυρτιών • (myrtión) f genitive plural of μυρτιά (myrtiá)...


μυρτιά

nominative μυρτιά (myrtiá) μυρτιές (myrtiés) genitive μυρτιάς (myrtiás) μυρτιών (myrtión) accusative μυρτιά (myrtiá) μυρτιές (myrtiés) vocative μυρτιά...