άνω στιγμή

Hello, you have come here looking for the meaning of the word άνω στιγμή. In DICTIOUS you will not only get to know all the dictionary meanings for the word άνω στιγμή, but we will also tell you about its etymology, its characteristics and you will know how to say άνω στιγμή in singular and plural. Everything you need to know about the word άνω στιγμή you have here. The definition of the word άνω στιγμή will help you to be more precise and correct when speaking or writing your texts. Knowing the definition ofάνω στιγμή, as well as those of other words, enriches your vocabulary and provides you with more and better linguistic resources.

Greek

Noun

άνω στιγμή (áno stigmíf (plural άνω στιγμές)

  1. (grammar, typography, less common) raised point, upper stop, upper point, upper dot, the Greek semicolon, the “·
    Synonym: (the usual term) άνω τελεία (áno teleía)

Declension

Declension of άνω στιγμή
singular plural
nominative άνω στιγμή (áno stigmí) άνω στιγμές (áno stigmés)
genitive άνω στιγμής (áno stigmís) άνω στιγμών (áno stigmón)
accusative άνω στιγμή (áno stigmí) άνω στιγμές (áno stigmés)
vocative άνω στιγμή (áno stigmí) άνω στιγμές (áno stigmés)

See also

.   τελεία (teleía)
,   κόμμα (kómma)
:   δύο τελείες (dýo teleíes)
·   άνω τελεία (áno teleía)
;   ερωτηματικό (erotimatikó)
!   θαυμαστικό (thavmastikó)
« »   εισαγωγικά (eisagogiká)
"       εισαγωγικά (eisagogiká)
'       εισαγωγικά (eisagogiká)
'     απόστροφος (apóstrofos)
¨   διαλυτικά (dialytiká)
΄   τόνος (tónos)
  ενωτικό (enotikó)
  παύλα (pávla)
  αποσιωπητικά (aposiopitiká)
  ( )     παρένθεση (parénthesi)
  [ ]     αγκύλη (agkýli)
  { }     άγκιστρο (ágkistro)
» :   ομοιωματικά (omoiomatiká)
see also: Greek Punctuation and Greek alphabet (Diacritics)

Further reading